Η Χριστίνα με επισκέφτηκε στο γραφείο μου το  Φεβρουάριο του 2020. Μία λεπτή, καχεκτική θα έλεγα, φιγούρα ξεπρόβαλε στην πόρτα του γραφείου μου, τη χτύπησε δειλά δειλά και περίμενε  να της επιτρέψω να μπει μέσα. Από την πρώτη στιγμή που την είδα, αντιλήφθηκα ότι μάλλον πρόκειται για περιστατικό νευρικής ανορεξίας καθώς η όψη της έμοιαζε άρρωστη. Ήταν χλωμή και τόσο αδύνατη που τα κόκαλά της διακρίνονταν μέσα από τα ρούχα της. Μιλούσε χαμηλόφωνα, υποτονικά και με έντονα καταθλιπτικό ύφος. Ξεκίνησε να μου μιλάει διστακτικά, λέγοντας πως στο γραφείο μου βρίσκεται όχι από δική της επιλογή αλλά από παρότρυνση ή μάλλον «απαίτηση» του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Η ίδια ανέφερε πως δε βρίσκει το λόγο να μπει σε πρόγραμμα διατροφής μιας και νιώθει πολύ καλά με το βάρος και το σώμα της. Η  οικογένειά της  ωστόσο εξέφραζε τρομερή ανησυχία για την υγεία της καθώς έβλεπε συνεχώς τη Χριστίνα όλο και περισσότερο αδυνατισμένη. Έπειτα από έναν τέτοιο πρόλογο  ήμουν σχεδόν βέβαιη ότι πρόκειται για ένα περιστατικό νευρικής ανορεξίας και μάλιστα βαριάς μορφής, ωστόσο περίμενα να ξεκινήσουμε την αξιολόγηση του βάρους και της διατροφής της για να δω αν όντως πληροί τα κριτήρια της νευρικής ανορεξίας.

Αρχικά της πήρα ένα σύντομο ιατρικό – φαρμακευτικό ιστορικό, προκειμένου να δω αν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα υγείας. Οι εξετάσεις της έδειχναν όντως ότι υποσιτίζεται καθώς είχε αρκετές διατροφικές ελλείψεις. Επίσης, εδώ και ένα χρόνο είχε αμηνόρροια. Επίσης μου ανέφερε πως αισθάνεται μία γενικευμένη κούραση και εξάντληση, ζαλίζεται πολύ συχνά και δεν κοιμάται καλά το βράδυ, το τελευταίο διάστημα. Στη συνέχεια, της έκανα λιπομέτρηση την οποία αξιολογήσαμε με στόχο να δούμε πού βρίσκεται στην κλίμακα του ΔΜΣ (δείκτης μάζας σώματος). Η Χριστίνα είχε ύψος 1,7 m και ζύγιζε 40 κιλά. Ο ΔΜΣ ήταν 13,8 kg/m2 , γεγονός που την κατέτασσε στην ομάδα του ελλειποβαρούς. Στη διατροφική αξιολόγηση έγινε ολοφάνερο πλέον ότι η Χριστίνα υποσιτιζόταν μέρα με τη μέρα. Συγκεκριμένα, το καθημερινό της διαιτολόγιο περιλάμβανε 3 κ. της σούπας βρώμη σε νερό για πρωϊνό, μία σαλάτα χωρίς λάδι και ½ cottage για μεσημεριανό και 1 γιαούρτι 2% με 1 μήλο για βραδινό. Όταν τη ρώτησα αν πεινάει στη διάρκεια της ημέρας μου απάντησε πως πεινάει πολύ αλλά πίνει αρκετό νερό, αναψυκτικά light και πολλούς καφέδες προκειμένου να καταπολεμήσει τη διαρκή πείνα της. Έπειτα λοιπόν από τη λήψη ενός πλήρους ιστορικού, κατέληξα στο ότι η Χριστίνα πληροί όλα τα κριτήρια της νευρικής ανορεξίας. Και στο σημείο αυτό, η πρώτη μου σκέψη ήταν πως η συνεργασία μου μαζί της θα ήταν δύσκολη, μιας και η ίδια δεν είχε συνειδητοποιήσει το πρόβλημά της αλλά βρισκόταν στο γραφείο μου έπειτα από πίεση του περίγυρού της. Ωστόσο, θεώρησα υποχρέωσή μου να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου προκειμένου να βοηθήσω αυτή την κοπέλα στο να βελτιώσει τη σχέση της με την τροφή και να αποκτήσει ξανά μια φυσιολογική και ευτυχισμένη ζωή.

Το πρώτο πράγμα που είπα στη Χριστίνα έπειτα από τη διατροφική της αξιολόγηση ήταν πως απαραίτητη προϋπόθεση για τη συνεργασία μας ήταν να επισκεφτεί και έναν ψυχολόγο, εξειδικευμένο στην αντιμετώπιση διατροφικών διαταραχών. Αφού συμφώνησε, της εξήγησα πως η κατάσταση της υγείας της δεν είναι καλή και πως αν συνεχίσει να τρέφεται έτσι το μόνο σίγουρο είναι πως θα οδηγηθεί στο νοσοκομείο. Συμφωνήσαμε να ακολουθήσει ένα πρόγραμμα με αρχικό στόχο τη σταθεροποίηση του βάρους ώστε να ανακόψουμε τη διαρκή πτωτική του πορεία. Έτσι, φτιάξαμε μαζί το διατροφικό της πρόγραμμα, με τροφές που της άρεσαν και κυρίως με τροφές που θεωρούσε «ασφαλείς»  για το βάρος της. Το πρόγραμμά της ήταν πολύ περιοριστικό, δεδομένου ότι φοβόταν και απέφευγε πολλές τροφές. Παρ’ όλ’ αυτά, της εξήγησα πως αν το τηρούσε θα μπορούσαμε να ενισχύσουμε τη θρέψη του σώματός της, να περιορίσουμε τις διατροφικές ελλείψεις που είχε και να σταθεροποιήσουμε το βάρος της. Η Χριστίνα έδειχνε διστακτική και μου έδινε την εντύπωση πως μάλλον δε θα τηρούσε το πρόγραμμά της καθώς είχε ένα τρομερό φόβο για την αύξηση του βάρους. Τελειώσαμε τη συνεδρία μας με ένα τηλεφώνημα σε μία ψυχολόγο που της συνέστησα να επισκεφτεί, κάτι το οποίο με ικανοποίησε ιδιαίτερα καθώς με αυτόν τον τρόπο η Χριστίνα θα δεσμευόταν να ξεκινήσει συνεδρίες συμβουλευτικής. Την αποχαιρέτησα λέγοντάς της πως την επόμενη φορά που θα τη δω θέλω να έχει τηρήσει λεπτομερή καταγραφή της ημερήσιας ενεργειακής της πρόσληψης και να έχει επισκεφτεί την ψυχολόγο, ώστε να μπορέσουμε να δουλέψουμε σε μια πιο σταθερή βάση με απώτερο σκοπό τη θεραπεία της. Φάνηκε να με ακούει και μου είπε πως θα με καλέσει για το επόμενο ραντεβού μας, κάτι το οποίο εκείνη τη στιγμή δεν πίστεψα. Θεωρούσα πως η Χριστίνα δε θα με ξαναεπισκεφτεί καθώς έβγαζε μία διακριτική αλλά και ολοφάνερη άρνηση απέναντι στο πρόβλημά της.

Προς μεγάλη μου έκπληξη, έπειτα από 2 βδομάδες, η Χριστίνα με κάλεσε στο τηλέφωνο για να κλείσουμε ραντεβού. Μπορώ να πω πως χάρηκα ιδιαίτερα με το τηλεφώνημά της και ανυπομονούσα να δω πώς τα είχε πάει. Η Χριστίνα μπήκε στο γραφείο μου με καλύτερη διάθεση από την προηγούμενη φορά. Ξεκίνησε μόνη της να μιλάει λέγοντας πως πήγε στην ψυχολόγο και πως της έκανε πολύ καλή εντύπωση. Μου έδειξε και τα ημερολόγια καταγραφής τροφίμων, τα οποία είχε συμπληρώσει με ιδιαίτερη προσοχή. Μου ανέφερε επίσης ότι έρχεται πιο συνειδητοποιημένη αυτή τη φορά. Πιστεύει ότι η σχέση της με την τροφή δεν είναι φυσιολογική και την καταπιέζει καθημερινά και πως αυτό θέλει να το αλλάξει. Ωστόσο, φοβάται απίστευτα το ενδεχόμενο αύξησης του βάρους και έχει μία πολύ κακή εικόνα σώματος. Χάρηκα που την άκουσα τόσο συνειδητοποιημένη και προχώρησα στο ζύγισμα. Δυστυχώς το βάρος της Χριστίνας είχε πέσει κι άλλο, γεγονός που δυσαρέστησε και τις δυο μας. Προσπάθησα να την εμψυχώσω λέγοντάς της πως είναι αρχή ακόμη και πως θα προσπαθήσουμε μαζί να ενισχύσουμε κι άλλο το διατροφικό της πλάνο. Παρ’ όλ’ αυτά η Χριστίνα έμοιαζε ιδιαίτερα απογοητευμένη και πίστευε πως η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου. Τελειώσαμε τη συνεδρία με την προτροπή να συζητήσει όλους τους φόβους και τις ανησυχίες της με την ψυχολόγο.

Έκτοτε, η Χριστίνα ήταν ιδιαίτερα συνεπής στα ραντεβού μας και δούλευε ταυτόχρονα με το διατροφή της και το κομμάτι της εικόνας σώματος με την  ψυχολόγο. Καταφέραμε να σταθεροποιήσουμε το βάρος της αλλά η υγεία της ακόμη βρισκόταν σε κίνδυνο. Σε οποιαδήποτε προσπάθεια έκανα να εμπλουτίσω το διαιτολόγιό της με καινούριες τροφές ή με μεγαλύτερες ποσότητες πρόβαλε μεγάλη αντίσταση, υπό το φόβο της αύξησης του βάρους. Από τη μία γνώριζε ότι το βάρος της δεν είναι φυσιολογικό και πως η υγεία της κινδυνεύει εξαιτίας αυτού και από την άλλη η φωνή της ανορεξίας δεν την άφηνε να αλλάξει στάση απέναντι στην τροφή. Κάποια στιγμή έβαλα τη Χριστίνα να γράψει ένα γράμμα προς τη δίαιτα με στόχο να δω ποια είναι η σχέση της με αυτήν. Εκεί, πάνω σε ένα χαρτί,  η Χριστίνα άφησε όλα της τα συναισθήματα να έρθουν στην επιφάνεια. Της ζήτησα να μου το διαβάσει και εκείνη δακρυσμένη ξεκίνησε να το κάνει. Αυτό που μου έμεινε στο τέλος της ανάγνωσης ήταν μία φράση της: «αγαπημένη μου δίαιτα, από την πολλή σου αγάπη με πνίγεις τόσο που δεν μπορώ να ζήσω»…και βέβαια ενδόμυχα η Χριστίνα αναφερόταν στη σχέση που είχε με τη μητέρα της.

Με λίγα λόγια, κατάλαβα πως η Χριστίνα είχε μία μητέρα υπερπροστατευτική που ήθελε να ελέγχει τα πάντα στη ζωή της και δεν της άφηνε περιθώριο να αναλάβει δικές της πρωτοβουλίες υπό το φόβο του λάθους. Ζήτησα από τη Χριστίνα να επικοινωνήσω με τη μητέρα της και ευτυχώς εκείνη δεν έφερε αντίρρηση. Έπειτα από μία συνεδρία που έκανα και με τη μητέρα της κατάλαβα πως πράγματι η Χριστίνα βίωνε τρομερή καταπίεση από το οικογενειακό της περιβάλλον και κυρίως από τη μητέρα της. Συνέστησα στους γονείς της λοιπόν να επισκεφτούν και αυτοί την ψυχολόγο της Χριστίνας προκειμένου να τους συμβουλεύσει στο πώς μπορούν να τη βοηθήσουν να ξεπεράσει τη διατροφική της διαταραχή. Πράγματι, στις επόμενες συνεδρίες έβρισκα τη Χριστίνα περισσότερο κινητοποιημένη για αλλαγή και με καλύτερη ψυχολογία. Ήταν ολοφάνερο ότι η συμμετοχή της οικογένειας στη θεραπευτική διαδικασία βοηθούσε στην πρόοδό της. Βασικός παράγοντας στη θεραπεία της ανορεξίας είναι να μάθει η οικογένεια του ασθενούς πότε μιλάει η φωνή της ανορεξίας και πότε το ίδιο το άτομο, πώς να βάζει όρια στην ασθένεια και πώς να ενισχύει την υγιή στάση του πάσχοντος και όχι τη διαταραχή. Όλα αυτά η οικογένεια της Χριστίνας μπόρεσε να τα μάθει με τη βοήθεια της ψυχολόγου και να αλλάξει έτσι συμπεριφορά απέναντι στην ασθένεια, γεγονός που βοήθησε και τη Χριστίνα στο θεραπευτικό της πλάνο.

Μέχρι τώρα το βάρος της Χριστίνας είναι σταθερό, κάτι το οποίο είναι πολύ θετικό, δεδομένου ότι έχουμε καταφέρει να ανακόψουμε την πτωτική του πορεία. Ωστόσο, χρειάζεται ακόμη μεγάλη προσπάθεια από όλους μας προκειμένου η Χριστίνα να βελτιώσει τη σχέση που έχει με την τροφή, να αλλάξει διαστρεβλωμένες πεποιθήσεις σχετικά με την εικόνα σώματος και να αρχίσει να αυξάνει σταδιακά το βάρος της ώστε να κερδίσει τη σωματική αλλά και την ψυχική της υγεία. Αναφορικά με τη διατροφή της, στόχος μας είναι πέρα από τις τροφές που της αρέσουν και τις θεωρεί ασφαλείς, κάθε φορά να ενισχύουμε το διατροφικό της πλάνο με ένα καινούριο τρόφιμο που της αρέσει αλλά φοβάται να το καταναλώσει γιατί θεωρεί ότι αυτόματα θα την παχύνει. Με αυτόν τον τρόπο η Χριστίνα θα μάθει να τρέφεται ισορροπημένα και να μπορεί να απολαύσει και τροφές που είναι ενεργειακά πυκνές χωρίς το φόβο της αύξησης του βάρους.

Το ταξίδι της θεραπείας είναι μακρύ και δύσκολο αλλά ταυτόχρονα μας γεμίζει όλους (θεραπευτές και πάσχοντες) με εμπειρίες, σοφία και δύναμη. Οι διατροφικές διαταραχές μπορούν να αντιμετωπιστούν με την κατάλληλη βοήθεια και συνεργασία και να ανοίξουν στον ασθενή μία καινούρια πόρτα για μια πιο όμορφη και ουσιαστική ζωή!